Saturday, March 30, 2013

“Dolce Agonia” της Nancy Huston

Μιλούσαμε τις προάλλες για τη λογοτεχνία που εκτυλίσσεται γύρω από ένα τραπέζι και αναφερθήκαμε πιο αναλυτικά στους “Προσκεκλημένους” του Pierre Assouline και στο “Δείπνο” της Λίλας Κονομάρα. Η φίλη κ.κ. θυμήθηκε το έργο της Huston και προσφέρθηκε να γράψει ένα σημείωμα για να μας το παρουσιάσει. Ιδού: 


Καφές εισαγόμενος:
Huston Nancy
“Dolce Agonia”
2001
“Dolce Agonia”
μετ. Ε. Τσολακέλλη
εκδόσεις Άγρα
2005 

Ένα καλοκαίρι που είχα ξεμείνει από βιβλία, βρήκα την «Κρίσιμη καμπή» της Nancy Huston στο πρακτορείο εφημερίδων το νησιού, που παραθερίζαμε. Η υπόθεση στο οπισθόφυλλο έμοιαζε  με την ομώνυμη εξαιρετική ταινία (The turning point), που είχα δει παλιά. Σκέφτηκα λοιπόν να διαβάσω και το βιβλίο, που τελικά μοιάζει σε κάποιον βαθμό με την ταινία, αν και δεν φαίνεται πουθενά  ότι το σενάριο βασίζεται σ’ αυτό.  (Αργότερα διάβασα «Το αποτύπωμα του αγγέλου», που ενώ μου άφησε ωραία γεύση, εντούτοις, δε θυμάμαι πολλά πράγματα.) 
Ωστόσο, βρήκα πολύ ενδιαφέρον και ιδιαίτερα ευρηματικό το “Dolce Agonia”.


Η υπόθεση: Δώδεκα γνωστοί και φίλοι (και ένα μωρό) συγκεντρώνονται  στο τραπέζι για την Ημέρα των Ευχαριστιών, προσκεκλημένοι του οικοδεσπότη, που είναι βραβευμένος ποιητής και πρόσφατα χωρισμένος. Ανάμεσά τους είναι παλιές φιλενάδες του με τους άντρες τους και η νεαρότατη σύζυγος ενός φίλου του, μητέρα του νεογέννητου και εθισμένη στην κοκαΐνη. 
Γύρω από το τραπέζι συζητιούνται όσα τους απασχολούν, εκφράζονται απόψεις και διαφωνίες, λέγονται πολλές και σκληρές αλήθειες, υποκρύπτονται ζήλιες, μίση, απογοητεύσεις και όλων των ειδών τα συναισθήματα, όπως ακριβώς συμβαίνει ανάμεσα σε ανθρώπους που γνωρίζονται καλά. 
Κάποια στιγμή συνειδητοποιούν ότι έχουν αποκλειστεί από το χιόνι και είναι αδύνατο να φύγουν μέσα στη νύχτα. Αναγκάζονται λοιπόν να διανυκτερεύσουν στο σπίτι, όπου βολευτεί ο καθένας.
Καθώς κοιμούνται, μπερδεύονται τα όνειρά τους και ο ένας μπαίνει στο όνειρο του άλλου. 
Το εύρημα του βιβλίου, που το κάνει να ξεχωρίζει από άλλα με το ίδιο θέμα, είναι ότι υπάρχει ένας Παντεπόπτης-Θεός που παρακολουθεί και σχολιάζει τις ζωές των παρισταμένων, σαδιστικά ίσως, στο παρελθόν και, επιπλέον, μας κάνει γνωστές και τις συνθήκες θανάτου του καθενός τους στο μέλλον. 


Ακούγεται ίσως βαρύ, όμως το βιβλίο διαβάζεται ευχάριστα, δεν είναι καθόλου βαρετό  και κατά την ανάγνωσή του αναδεικνύονται όλες οι αφηγηματικές αρετές του,  η ευφυής σύλληψη, καθώς και η ψυχογράφηση των χαρακτήρων της Καναδής πεζογράφου, που, για την ιστορία, είναι σύζυγος του γνωστού φιλοσόφου Τοντόροφ.
κ.κ.

Ευχαριστώ την κ.κ. για την συνεισφορά-της σ’ αυτό το βιβλιοφιλικό δείπνο, όπου εγώ ως οικοδεσπότης δέχομαι ασμένως τη δική-της σπεσιαλιτέ να συνοδεύσει τα δικά-μου πιάτα.
[Δανείστηκα τις φωτογραφίες από τα: www.hdwallpapersdirectory.com, hannahyoshida.blogspot.com και htlcnewsletter.blogspot.com]
Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, March 28, 2013

Ποιος συμβάλλει στην αύξηση της ανάγνωσης;

(και μερικές ευχαριστίες)

Θα ήθελα να έβλεπα μια έρευνα που να αποτυπώνει με νούμερα πόση επίδραση έχει η επίσημη κριτική, πόση η μπλογκόσφαιρα και πόση άλλοι παράγοντες, όπως η πολύ διαδεδομένη στόμα με στόμα διαφήμιση, στην αναγνωστική ώθηση των ανθρώπων.
            Τα ευπώλητα, γράφεται συχνά, διαδίδονται από στόμα σε στόμα και ο ένας φίλος/η μία φίλη τα συστήνει στον άλλο/άλλη, με αποτέλεσμα να φαίνεται ότι αυτός είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να παρακινηθεί κάποιος να διαβάσει. Η κριτική, αλήθεια, από πόσους διαβάζεται και πόσο επηρεάζει τις πωλήσεις; Τα ιστολόγια τέλος, μέσα στη διαδικτυακή ελεύθερη πληροφόρηση, είναι ικανά να κινήσουν την αγορά, πέρα από τον δεδηλωμένο στόχο-τους να προωθήσουν τη φιλαναγνωσία και τη συζήτηση για το βιβλίο; 
Στο εξωτερικό είναι πάγια συνθήκη να στέλνουν οι εκδοτικοί οίκοι βιβλία στους βιβλιόφιλους ιστολόγους, γιατί οι πρώτοι ξέρουν πώς έτσι θα έχουν δωρεάν διαφήμιση και μάλιστα σε ένα όλο και πιο ψαγμένο κοινό. Το κοινό των blogs που συστηματικά ασχολείται με το βιβλίο ή που τυχαία έπεσε πάνω σε μια ανάρτηση θα δελεαστεί να δει το βιβλίο για το οποίο συζητάνε. Δείτε ενδεικτικά το άρθρο της Alison Flood στον Guardian.

            Εγώ, λοιπόν, θα ήθελα να ευχαριστήσω για τις προσφορές-τους, οι οποίες προέκυψαν χωρίς εγώ να ζητήσω ποτέ το παραμικρό:
Ø  τις εκδόσεις Πόλις, που δεν με ξεχνάνε και φροντίζουν να με τροφοδοτούν με μερικά καλά βιβλία, και μάλιστα όχι μόνο λογοτεχνίας.
Ø  τις εκδόσεις Κίχλη, που φρόντισαν να μου αποστείλουν τον “Εξώστη” του Νίκου Καχτίτση και τον “Πότη” του Hans Fallada.
Ø  Τις εκδόσεις Πολύτροπον για την προσφορά-τους και την επίδειξη των καλών-τους προθέσεων απέναντι στο καφενεδάκι-μας με την αποστολή βιβλίων.
Ø  Μεμονωμένα άτομα που είδαν ότι το Βιβλιοκαφέ προσπαθεί, έστω κι αν δεν το καταφέρνει πάντα, να εκτιμήσει την αξία κάθε βιβλίου με σεβασμό και δικαιοσύνη, ή έστω με καλοπροαίρετη αυστηρότητα:
-          τη Μαρία Ξυλούρη, που συνέχισε να με θεωρεί αξιόπιστο αναγνώστη και μου έστειλε το “Πού τελειώνει ο κόσμος”.
-          τον Δημήτρη Αλεξίου, που συχνάζει στο Βιβλιοκαφέ και σε κάποιες από τις επισκέψεις-του άφησε ένα αντίτυπο από το “Αλάτι κόκκινο”.
-          τον Δημοσθένη Παπαμάρκο για την επιμονή-του να φτάσει στα χέρια-μου η συλλογή διηγημάτων-του με τίτλο “Μεταποίηση”.
-          Τον Δημήτρη Καραμήτσο για την “Οικογένεια Μπαρλαμπά”.
-          Την κύπρια φίλη εν βιβλίω Ζήνα Λυσάνδρου για το έργο-της “Τα βιβλία που αγάπησα”.
-          Τον Γιώργο Σιώμο για την ειλικρινή-του δήλωση και το βιβλίο-του “Ο κορυδαλλός”.
-          Τον Γιώργο Τριλλίδη που μου έστειλε από την Κύπρο τη συλλογή διηγημάτων-του “Μικροπράγματα”.
-          Τον Γρηγόρη Αζαριάδη που προσφέρθηκε να μου στείλει το αστυνομικό-του μυθιστόρημα “Παλιοί λογαριασμοί”.
-          Τον Κώστα Παπαποστόλου που έθεσε στη διάθεσή-μου την ποιητική-του συλλογή “Θούλη. Το λευκό νησί”.

Marie-Augustin Zwiller
"Η αναγνώστρια"
Επαναλαμβάνω πάντα ότι δεν μπορώ να διαβάσω όλα αυτά και αναγκαστικά κάνω επιλογές.
Ούτως ή άλλως είμαι υπόχρεος.
 
[Ο διάκοσμος του ποστ αντλήθηκε από: www.leser-helfen-lesern.de, fsrpflege.blogspot.com, www.guardian.co.uk, shayari.apnapunjab.info, www.pap.az και stilllifequickheart.tumblr.com]
Πατριάρχης Φώτιος

 

Tuesday, March 26, 2013

“Το δείπνο” της Λίλας Κονομάρα

Τα μυθιστορηματικά πρόσωπα έχουν δύο βασικές συνιστώσες, μια εξωτερική, που τα φέρνει στο προσκήνιο χάρη στις πράξεις-τους, και μια εσωτερική, που εγείρει συναισθήματα και διαψεύσεις, ματαιώσεις και κρύφιους πόθους. Η ισορροπία αυτών των δύο είναι και η λυδία λίθος της επιτυχίας. 


Καπουτσίνο χωρίς σαντιγί:
Λίλα Κονομάρα
Το δείπνο
εκδόσεις Κέδρος
2012 

            Υπήρχε παλιότερα ένα βιβλίο εκλαϊκευμένης ψυχολογίας που ονομαζόταν “Γιατί δεν με καταλαβαίνεις” και αναφερόταν στις διαφορές των δύο φύλων, από τις οποίες μερικές είναι τόσο χαώδεις που δημιουργούν δύο παράλληλους κόσμους, οι οποίοι εν πολλοίς δεν επικοινωνούν μεταξύ-τους. Αυτή η συνθήκη ήλθε στον νου-μου, καθώς διάβαζα το τελευταίο έργο της Κονομάρα και απορούσα τι ήθελε να πει και πού το πάει.
            Τρεις αφηγήσεις που σχετίζονται ελαφρά μεταξύ-τους απαρτίζουν αυτό το σπονδυλωτό μυθιστόρημα. Στην πρώτη ένας αποτυχημένος μουσικός παρίσταται σε ένα δείπνο, όπου γελοιοποιείται από τη μέθη-του, στη δεύτερη μια αρχαιολόγος που παρευρισκόταν στο δείπνο γράφει ένα είδος επιστολικού ημερολογίου στον παντρεμένο εραστή-της και στο τρίτο μια ασιάτισσα οικιακή βοηθός μιλά στον ανήμπορο ηλικιωμένο τον οποίο φροντίζει.
            Υπάρχει ένα θολό σύννεφο που συσκοτίζει αυτή την τριμερή αφήγηση, ένα σύννεφο αδιευκρίνιστων στόχων και άδηλης εφαρμογής. Οι σχέσεις των ανθρώπων τυλίγονται από μια ξεθωριασμένη αχλή, τα συναισθήματα των αφηγητών παρελαύνουν καθηλωτικά, η γυναικεία οπτική εξακοντίζει σαν τη σουπιά το μελάνι, που ξεστρατίζει τη σκέψη και ατονεί την αναγνωστική ετοιμότητα. Στην αρχή νόμιζα ότι όλα κάπως συνδέονται και τα μικρά νήματα της μιας αφήγησης θα πιαστούν στη δεύτερη ή στην τρίτη και θα ολοκληρώσουν το υφαντό. Σταδιακά και με απογοήτευση συνειδητοποίησα ότι η αυτοτέλεια κάθε ιστορίας, παρά τις μικρές αλληλεπικαλύψεις, είναι τόσο απόλυτη που δεν επιτρέπει στον αναγνώστη να χαρεί την αλληλουχία και να ξεφύγει από το άχρωμο τοπίο των ανθρώπινων αβεβαιοτήτων.
Αυτό βέβαια απλώς αλλάζει τον στόχο της ανάγνωσης: την οδηγεί σε μια αντιμετώπιση των τριών μερών ως βολών στο πέλαγος των ανθρώπινων σχέσεων και συμπεριφορών. Διάβασα τους κριτικούς που ερμήνευσαν το έργο ως πεδίο αντίθεσης ανάμεσα στο είναι και στο φαίνεσθαι, ως καθωσπρέπει επιφάνεια βαθύτερων διαπροσωπικών συγκρούσεων, ως ιστό που αναδεικνύει αράχνες και μύγες να εναλλάσσουν ρόλους. Νιώθω ώρες ώρες αμήχανος μπροστά στην ερμηνεία που δεν αντλείται, κατά τη γνώμη-μου, από το κείμενο, αλλά “επιβάλλεται” ως υπερ-ερμηνεία.
            Τελικά δεν καταλαβαίνω την Κονομάρα (αν εξαιρέσει κανείς το πολύ δυνατό “Μακάο”), αφού γράφει με μια ιδιαίτερη γυναικεία ματιά, που στέκεται στο ομιχλώδες περίγραμμα των συναισθημάτων και παραμερίζει την ανάγκη για εξιστόρηση και αφήγηση; Ή μήπως αυτή η λογοτεχνία της εσωτερικής φωνής είναι απλώς μια αποτυχημένη προσπάθεια να φανεί ο μύχιος κόσμος των ανθρώπων, ο οποίος δεν συνδέεται με το εξωτερικό σκηνικό. Το τελευταίο τίθεται μπροστά-μας με μια αδρή καταγραφή, αλλά είναι τόσο εξασθενημένο που δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος της εσωτερικότητας που μας βουλιάζει.
[Οι φωτογραφίες έχουν ληφθεί από: www.onehundreddollarsamonth.com, www.warmingtonheritage.com, www.101partydresses.com και www.adventurejay.com]
Πατριάρχης Φώτιος

Saturday, March 23, 2013

“Οι προσκεκλημένοι” του Pierre Assouline

Το πολυτελές περιτύλιγμα της σύγχρονης ζωής, της πλούσιας, της ευδαιμονιστικής, της καθωσπρέπει, συχνά κρύβει μια απίστευτη ματαιοδοξία και ένα απύθμενο κενό.


Γαλλικός καφές με γάλα:
Pierre Assouline
“Les Invités”
Gallimard 2009
Οι προσκεκλημένοι
μετ. Ρ. Κολαΐτη
εκδόσεις Πόλις
2012

            Ένα δείπνο ίσως δεν είναι και το προσφορότερο πεδίο για να αναπτυχθεί μια μυθιστορηματική σύνθεση. Έτσι λες; Μα αν το δείπνο είναι ένα πολυφωνικό πλαίσιο τάσεων και συγκρούσεων; Ή ένα θεατρικό δρώμενο υψηλής έντασης; Ή μια πανσπερμία ανθρώπων σε μια διεθνιστική σκακιέρα; Ή μια αφορμή για να παίξει ο συγγραφέας με αναδρομές και προλήψεις με τον χρόνο, την κουζίνα, την ιστορία κ.ο.κ.;
            Ο γάλλος συγγραφέας δεν κάνει τίποτα απ’ όλα αυτά κι όμως το δείπνο της κυρίας Σοφί ντυ Βιβιέ είναι η βάση μιας πλάγιας ματιάς στη σημερινή γαλλική (και όχι μόνο) υποκριτική κοινωνία. Η οικοδέσποινα επενδύει πολλά στα εκάστοτε δείπνα που παραθέτει, όχι μόνο επειδή εκεί καλεί διακεκριμένα πρόσωπα της high society, αλλά και επειδή φροντίζει μέχρι τελευταίας (κυριολεκτικά) κεραίας τις λεπτομέρειες του μενού, του στρωσίματος του τραπεζιού, της κατανομής των καλεσμένων κ.ο.κ. Από την αρχή του έργου είναι εμφανές ότι μια τέτοια υπερβολή θα είναι το καμίνι μέσα στο οποίο θα γίνουν ποικίλες ζυμώσεις.
            Αν ξεπεράσει κανείς αβρόχοις ποσί την κοιλιά που δημιουργείται όταν έρχονται οι καλεσμένοι και ο πεζογράφος επιλέγει να τους παρουσιάσει έστω και σύντομα, το βιβλίο κερδίζει σε ενδιαφέρον όταν αποδεικνύεται ότι από μια ματαίωση της τελευταίας στιγμής οι συνδαιτυμόνες είναι δεκατρείς (τι γρουσουζιά!!!) και έτσι κατ’ ανάγκη καλούν την οικιακή βοηθό Σόνια να καθίσει μαζί-τους στο τραπέζι.
            Το βασικό προσόν του βιβλίου, το οποίο μετατρέπει ένα δείπνο της καλής κοινωνίας σε ευχάριστο και βαθύ ανάγνωσμα είναι η ειρωνεία με την οποίο ο Assouline ντρεσάρει τη γραφή-του. Λεπτή, συχνά αδιόρατη κι άλλες φορές δριμεία, προκλητική, με ένα υπομειδίαμα του συγγραφέα που οδηγεί σε ένα μειδίαμα του αναγνώστη, με ένα πινέλο που ενώ σκιαγραφεί, ταυτόχρονα καυτηριάζει. Ο άσκοπος πλούτος, η επωνυμία της ματαιότητας, η επιδειξιομανία της χλιδής, η υποκρισία του ευ φέρεσθαι, η ευγένεια της επιφάνειας, οι δημόσιες σχέσεις, η εμμονή στη λεπτομέρεια που καταντά τυπολατρία, η αίσθηση μιας κούφιας και κούφης ανωτερότητας κ.ο.κ. γίνονται το αμάλγαμα μιας καθόλα πραγματιστικής δεξίωσης, αλλά συνάμα βγαλμένης από την ψεύτικη ανθρώπινη επαφή. Ώρες ώρες θυμίζει τα δείπνα της βασιλείας πριν από δύο τρεις αιώνες σε ένα περιβάλλον (το γαλλικό) που έχει παράδοση σε φεουδαρχικές πρακτικές και, όταν κάτι τέτοιο μεταφέρεται στο παρόν του 21ου αιώνα, η αντίστιξη με την ατμόσφαιρα έξω από τους τοίχους της οικίας Ντυ Βιβιέ ίπταται παντού.
            Και μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο της καθωσπρέπει ζωής του Παρισιού αναφύεται με φυσικό τρόπο το θέμα του ρατσισμού και οι στερεότυπες αντιλήψεις που κυριαρχούν. Η Σόνια είναι Βέρβερη και έτσι σοκάρει τους παρευρισκομένους όχι μόνο επειδή βρίσκονται για πρώτη φορά τόσο κοντά με μια αλλοεθνή, αλλά και επειδή πάνω-της προσπαθούν να εφαρμόσουν όλες τις ρατσιστικές αντιλήψεις-τους, οι περισσότερες από τις οποίες δεν ισχύουν στο πρόσωπό-της. Λ.χ. ξέρει πολύ καλά γαλλικά, αφού γεννήθηκε στη Γαλλία, κάνει διατριβή δείχνοντας ένα πολύ υψηλό επίπεδο και ανέχεται τις προσβολές που ξεφεύγουν από τα στόματα των συνδαιτυμόνων. Ο Assouline στήνει έντεχνους διαλόγους πάνω στους οποίους διασταυρώνονται ήπιες και πιο οξείες απόψεις, απόψεις που δείχνουν εν πολλοίς ότι ο ρατσισμός είναι μια νοητική κατασκευή στηριγμένη σε προκαταλήψεις και στερεότυπα.
            Ιδεολογικά το έργο κινείται σε πολύ υψηλά επίπεδα, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και αφηγηματικά. Όλη η σύνθεση δεν έχει μυθιστορηματική δομή, με την απαραίτητη εξέλιξη και τις καμπές που θα ωθήσουν την ανάγνωση. Πιο πολύ μοιάζει με θεατρικό έργο, το οποίο βασίζεται σε διαρκείς διαλόγους και μικρούς μονολόγους, στη συζήτηση δηλαδή και όχι στη δράση, σε μια στατική μορφή που μόνο λεκτικά ελίσσεται και προχωρά.
            [Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο In2life στις 18/2/2013]
 
{οι εικόνες που κοσμούν το κείμενο είναι παρμένες από: www.orientalistart.net, www.globalblackbook.com, www.express.co.uk, www.ifi.ie,bbs.stardestroyer.net και www.allposters.co.uk}
Πατριάρχης Φώτιος

Friday, March 22, 2013

Η λογοτεχνία γύρω από το τραπέζι

Το δείπνο, ως χώρος και ως ατμόσφαιρα, έχει απασχολήσει κατά καιρούς τη λογοτεχνία, αφού λειτούργησε πολλές φορές ως αφορμή και ως κεντρομόλος μυθοπλαστικός τόπος, που βοηθά τον συγγραφέα να στήσει το πλάνο-του.
Γιατί;
Γιατί ένα μικρό μέρος, μια τραπεζαρία λόγου χάρη, μπορεί να είναι ο μικρόκοσμος στον οποίο συζητούνται, συνήθως με εκτενείς διαλόγους, θέματα που αφορούν τις διαπροσωπικές σχέσεις ή αποκτούν φιλοσοφική διάσταση. Έτσι, το σύνολο των ανθρώπων που συγκεντρώνονται με άξονα τους σπιτονοικοκύρηδες δεν είναι πάντα συμβατοί μεταξύ-τους και έτσι οδηγούμαστε σε συγκρούσεις ή απλώς σε διαπληκτισμούς απόψεων και ιδεολογιών. Γύρω από το τραπέζι αναδεικνύονται ρόλοι, οι οποίοι συχνά αναιρούν τα προκαθορισμένα στερεότυπα και αποκαλύπτονται μάσκες.
Δεν ξεχνώ τον ρόλο της γαστρονομίας, που παλιότερα έπαιξε σημαντικό ρόλο στη λογοτεχνία-μας. Το δείπνο από τη “Λωξάνδρα” που προβάλλει την πολίτικη κουζίνα μέχρι το “Γιάντες” που φέρνει το μαγείρεμα στην επικαιρότητα της συνείδησής-μας. Δεν ξεχνώ λοιπόν αυτό το κεφάλαιο, αλλά θέλω να εστιάσω στο δείπνο ως πεδίο διασταυρώσεων ή ζυμώσεων και εστιάζω στο δείπνο ως κέντρο μιας προβληματικής που σχετίζεται με τα άτομα και τις διαπροσωπικές σχέσεις.
Η εισαγωγική παράγραφος κριτικής του Ζήρα στην Αυγή είναι κατατοπιστική:
          Το δείπνο ως μέρος και ως μέσο έκφρασης της κοινωνικής τελετουργίας, σημαίνει τη συνάθροιση και ίσως, ιδεωδώς βέβαια, τη σύγκλιση και την επαφή ορισμένων ατόμων, με αφορμή μεν το φαγητό αλλά με βαθύτερη και μονιμότερη αιτία την πανάρχαιη ανάγκη (ή και την ελπίδα) ουσιαστικότερης συνάντησης με τον άλλο, συγγενή ή γνωστό. Υπάρχουν είναι η αλήθεια πολλών λογιών δείπνα, με μια απειρία συμβολισμών για το καθένα τους, αναλόγως με τα πρόσωπα που προσέρχονται και τους σκοπούς φανερούς ή κρυφούς που εξυπηρετούν, γι αυτό άλλωστε και το στοιχείο του «ομοτράπεζου» χρησιμοποιήθηκε τόσο πολύ από όλες τις τέχνες, από τη ζωγραφική ως τη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο. Αρχής γενομένης από το «Συμπόσιο» του Πλάτωνος, τα «Συμποσιακά» του Πλουτάρχου, τους «Δειπνοσοφιστές» του Αθήναιου, ένα είδος εγκυκλοπαιδείας για την γευσιγνωσία της αρχαιότητας, το γεύμα ή το δείπνο (αν και δεν είναι το ίδιο πράγμα) έχουν μια κεντρική, εμβληματική σημασία σε πολλά αφηγηματικά ή φιλοσοφικά κείμενα, ενώ στο νου μου έρχονται συνειρμικά και αρκετές κινηματογραφικές ταινίες (κάποιες τις θεωρώ σταθμούς) που εστιάστηκαν σ ένα τραπέζι με τους πέριξ συνδαιτημόνες: τους Νεκρούς του Τζέημς Τζόυς, Το δείπνο της Μπαπέτ της Κάρεν Μπλίξεν, Το γυμνό γεύμα του Ουίλλιαμ Μπάροουζ, αλλά επίσης τον Εξολοθρευτή άγγελο του Λουίς Μπουνιουέλ, Το μεγάλο φαγοπότι του Μάρκο Φερέρι ή το σχετικό με το θέμα επεισόδιο στο Pulp fiction του Κουέντιν Ταραντίνο. Εν ολίγοις, ο προφανής και εύκολος συμβολισμός του δείπνου είναι η συνένωση, η προοπτική της επικοινωνίας μεταξύ γνωστών και αγνώστων, αν και αυτό δεν συμβαίνει πάντοτε, γιατί πολύ συχνά, όπως στο μυθιστόρημα Το δείπνο της Λίλας Κονομάρα, τα πράγματα αλλάζουν ή αντιστρέφονται, και η συνάφεια βαθαίνει παρά μειώνει τις διαφορές!

Θα προσθέσω επιπλέον το “Μοιραίο δείπνο” του Ισμαήλ Κανταρέ, που συζητήσαμε παλιότερα. Τις προσεχείς μέρες θα ασχοληθώ με τους “Προσκεκλημένους” του Pierre Assouline και το “Το δείπνο” της Λίλας Κονομάρα.
[Η εικόνα της κορυφής είναι ο γνωστός πίνακας του Leonardo Da Vinci "Μυστικός δείπνος", ενώ οι υπόλοιπες φωτογραφίες λήφθησαν από τα: www.groovygreenlivin.com και www.tma-portal.eu]
Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, March 21, 2013

Δύο ποιήματα για την Ιθάκη

Έτος Καβάφη φέτος. Αλλά επειδή δεν θέλω ο Αλεξανδρινός να μονοπωλεί το ενδιαφέρον-μου, σκέφτηκα να τον συνδυάσω με νεότερους στίχους, οι οποίοι μάλιστα συνδιαλέγονται με τους δικούς-του.

Ιθάκη

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους·
να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Aιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.
Aλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.
 



Και τώρα ένα ποίημα από την ποιητική συλλογή «Θούλη» του Κώστα Παπαποστόλου (Γαβριηλίδης 2012). Ευχαριστώ πολύ τον ποιητή για την προσφορά της συλλογής-του.

Για την Ιθάκη

Έτσι σοφός που έγινες θα το κατάλαβες
Ο αγώνας είναι στημένος
Το παιχνίδι χαμένο από την αρχή
Το ταξίδι ξεστράτισμα στην πλάνη
Άσκηση μοναξιάς και οδύνης
Η Ιθάκη ένα άδειο πουκάμισο
Μια έρημη χώρα γεμάτη φαντάσματα
Χωρίς μνήμη
Εκεί που θα φτάσεις δεν σε περιμένουν
Εκεί που θα ξεμπαρκάρεις δεν σε θέλουν
Δεν σε ξέρει κανείς
Ούτε ο σκοπός ούτε ο δρόμος
Θα σου χαρίσουν παρηγοριά
Μήτε το ταξίδι μήτε η Ιθάκη θα σε γλιτώσουν
Το τέλος πάντα είναι το ίδιο
Αναπότρεπτο
www.historum.com

            Με καβαφικούς και σεφερικούς απόηχους (κάπου εμφιλοχωρεί κι ο Έλιοτ), ο Παπαποστόλου μιλάει πεσιμιστικά για το ταξίδι που δεν καταξιώνει την προσπάθεια. Ούτε ο προορισμός ούτε ο πλους είναι ο γλιτωμός. Μια μεταμοντέρνα αίσθηση του μηδενός, που αν μη τι άλλο σε κάνει να αναθεωρείς τους στόχους και τις επιδιώξεις-σου.

Πατριάρχης Φώτιος

Tuesday, March 19, 2013

Η Τρομοκρατία του Μαρτίου

Αντιγράφω από την ελληνική Wikipedia (λήμμα Γαλλική επανάσταση) διασκευάζοντας μερικά σημεία (με κόκκινο):


Για την αντιμετώπιση της κρίσης σχηματίστηκε με την συγκατάθεση του Eurogroup η Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας, με επικεφαλής αρχικά τον Δαντόν και στη συνέχεια, από τις 27 Ιουλίου 1793 ως τις 27 Ιουλίου 1794, τον Ροβεσπιέρο. Τα δήθεν μέτρα για την αντιμετώπιση της κατάστασης στράφηκαν όχι μόνο εναντίον των αριστοκρατών και των μετριοπαθών καταθετών, αλλά και κατά των μικροκαταθετών. Με βίαια μέσα επιχειρήθηκαν να δεσμευτούν όσοι λογαριασμοί υπήρχαν στις τράπεζες στο εσωτερικό και να παρακρατηθεί το 6,75 έως το 9.9% τους. Η περίοδος αυτή ονομάστηκε Τρομοκρατία [Τραπεζοκρατία] και κατά την διάρκεια της περιόδου αυτής επιχειρήθηκε να φτωχύνουν χιλιάδες άνθρωποι.
        Τα μέτρα αυτά αλλά και άλλες υπερβολές της Επιτροπής Κοινής Σωτηρίας δημιούργησαν πολλούς εχθρούς εναντίον του Ροβεσπιέρου. Η σύλληψή του και η θανάτωσή του στις 28 Ιουλίου 1794 μαζί με άλλους 20 στενούς συνεργάτες του υπήρξε το τέλος της ταραγμένης εκείνης περιόδου. 


            Στην εποχή της Τρομοκρατίας που ζούμε, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε πολλές χώρες του Νότου, με αποφάσεις μιας αδιόρατης εξουσίας να καθορίζουν τη ζωή-μας, να μπαίνουν στα σπίτια-μας, να βάζουν χέρι στην περιουσία-μας, σπίτια και χρήματα, και να προκαθορίζουν το πώς θα ζούμε, σ’ αυτήν την εποχή ποιος είναι ο Δαντόν και Ροβεσπιέρος; Ποιοι κάποια στιγμή θα βρεθούν υπόλογοι για όσα έγιναν στις ευρωπαϊκές χώρες; Ποιοι θα δεχτούν την μήνιν του λαού που ήδη έχει υποστεί υλικές και ψυχολογικές απώλειες; Κάποιοι μίλησαν για νέα προδοσία της Κύπρου, εγώ μιλώ για Τρομοκρατία [μήπως να πω Τραπεζοκρατία;] πάνω από τα κεφάλια ανυπεράσπιστων ανθρώπων.
            Ασχέτως των τελικών αποφάσεων, ο απλός πολίτης σε Κύπρο, Ελλάδα και γενικά στον κόσμο δεν μπορεί πλέον να εμπιστεύεται το σύστημα και να κοιμάται ήσυχος για όσα του ξημερώνουν.
            “Φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα”.

(αφιερωμένο στην Κύπρια βιβλιόφιλη blogger του ιστολογίου anagnostria.blogspot.com Κίκα Ολυμπίου)
[Οι φωτογραφίες λήφθησαν με τη σειρά από: www.arrse.co.uk, www.personal.psu.edu και www.rjgeib.com]
Πατριάρχης Φώτιος

Saturday, March 16, 2013

“Φεντέρ ή ο πλούσιος σύζυγος” του Σταντάλ

Γαλλία, 19ος αιώνας, ρομαντικοί και άλλοι, ρεαλιστές ή νατουραλιστές, συγγραφείς, κλασικά πλέον έργα ή μακρινά απολιθώματα;, ματιές στην τέχνη και στη νοοτροπία άλλων εποχών, καινοτομίες και τεχνικές που δεν πεθαίνουν ή λιθαράκια που έμειναν εκεί στην άκρη της θάλασσας; 


Γαλλικός καφές με άρωμα μέντα:
Stendhal
“Féder ou le Mari d’ argent”
1855
Σταντάλ
“Φεντέρ ή ο πλούσιος σύζυγος”
μετ. Έ. Κορομηλά
εκδόσεις Πόλις
2012 

            Αυτό το ημιτελές έργο του Σταντάλ είναι γραμμένο πολύ πιο ανάλαφρα από τα άλλα-του που θεωρούνται και τα πιο σημαντικά-του, το “Μοναστήρι της Πάρμας” και “Το κόκκινο και το μαύρο”. Είμαι μια νουβέλα που είναι γραμμένη σαν τρίλια πάνω στο θέμα της ερωτικής απιστίας. Το ύφος είναι ανάλαφρο και παιγνιώδες, ο ρυθμός χοροπηδά με μικρά βηματάκια, η αφήγηση κυλάει απρόσκοπτα.
            Το έργο του Σταντάλ φωνάζει, κατά τη γνώμη-μου, γύρω από το θέμα της υποκρισίας και της δυνατότητας του ατόμου να ανέβει με προσποίηση και μηχανισμούς παραπλάνησης των άλλων. Ο υιός Φεντέρ επαναστατεί εναντίον του πλούσιου πατέρα-του και παντρεύεται μια θεατρίνα (Oh mon Dieu!), αλλά αυτή πεθαίνει και ο ίδιος προσπαθεί να επιβιώσει ζωγραφίζοντας. Προσποιείται τον θλιμμένο, εισάγεται στους κύκλους της αριστοκρατίας όπου πουλάει μετρημένη μελαγχολία και περινούστατη τέχνη, κερδίζει απήχηση και χρήματα. Πόζα και υποκρισία είναι τα όπλα σε μια εποχή καθωσπρεπισμού, όπου η επιφάνεια κυριαρχεί. Έτσι, κι αυτός χρησιμοποιώντας τα ίδια μέσα δείχνει αυτό που δεν είναι, παίζει πολύ καλά τον ρόλο-του και ανεβαίνει σε γνωριμίες και κύρος. Σχετίζεται με τη νεαρή Βαλεντίν, παντρεμένη με τον πλούσιο επαρχιώτη σύζυγό-της, της οποίας το πορτρέτο αναλαμβάνει να ζωγραφίσει.
             Όλη η ιστορία και η στανταλική γραφή γίνεται επίκαιρη αν τη δει κανείς σαν μια προσπάθεια να καταδειχθεί η κοινωνική αναρρίχηση σαν μια καλά δουλεμένη υποκριτική συνθήκη. Ο σημερινός αναγνώστης ερανίζεται μορφές προσποίησης όχι μόνο στην κοινωνική αναγνώριση, αλλά και στον παράνομο έρωτα που σκαρφίζεται τεχνάσματα κόσμιας συμπεριφοράς, για να μη γίνει αντιληπτός. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο τρόπος δεξίωσης των καλεσμένων σε δείπνα περιωπής, που δείχνουν μάλλον τη βιτρίνα και το φαίνεσθαι παρά την ουσία της φιλοξενίας.
            Τέτοια έργα, όπως οι κλασικοί Γάλλοι, Ρώσοι ή Άγγλοι του 19ου αιώνα, μπορούν να προκαλέσουν δύο ειδών αναγνωστικές αντιδράσεις στον αναγνώστη του 21ου αιώνα: ή να τα δει με την ιστορική-τους αίγλη και να εκτιμήσει τον ρόλο-τους μέσα στη λογοτεχνική εξέλιξη ή να τα δει με την οπτική του σήμερα και να προσπαθήσει να τα εκτιμήσει ως σημερινός αποδέκτης. Η πρώτη προϋποθέτει μύηση και γνώσεις ιστορίας της λογοτεχνίας, ενώ η δεύτερη ελέγχει το κείμενο αυτό καθεαυτό και σε σχέση με την όποια διαχρονική-του αξία.
> Δείτε και την ανάλυση με θεματικές ψηφίδες που κάνει ο Λάμπρος Σκουζάκης στο pandoxeio.
 
[Ο πίνακας της κορυφής είναι του Edouard Manet ("The Café Concert", 1879), ενώ ο τελευταίος κάτω δεξιά ονομάζεται "Armenonville le soir du Grand -Prix" του Henri Gervex 1905. Οι υπόλοιπες φωτογραφίες λήφθησαν από τα: larvatusprodeo.net και justfrancesales.com]
Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, March 14, 2013

Η Ταχύτητα Της Ανάγνωσης

Πόσο γρήγορα διαβάζει κανείς; Είναι θέμα ιδιοσυγκρασίας ή βιβλίου; Παίζει ρόλο αυτό στην ποιότητα της ανάγνωσης; Δείχνει κάτι για τον αναγνώστη, για την αξία του έργου ή για τη διάθεση της στιγμής;
 
Η σχετικότητα του χρόνου είναι αποδεδειγμένη. Κι αν μεταφέρουμε τη θεωρία της σχετικότητας στην ανάγνωση, αντιλαμβανόμαστε συχνά ότι καθένας διαβάζει με διαφορετικό ρυθμό και τέμπο. Αλλά και το ίδιο το άτομο ποικίλλει στους χρόνους-του ανάλογα με τη διαύγειά-του, την υπομονή-του, το βιβλίο και το είδος της γραφής, το ενδιαφέρον κ.ο.κ.

            Ας δούμε ταχύτητες και ρυθμούς:
1.      Fast Read: είναι τα βιβλία που ρέουν αβίαστα, που σε αφήνουν να ρολάρεις στις σελίδες-τους. Χάρη στην αγωνία για το τέλος (λ.χ. σε αστυνομικά που ακολουθούν την κλασική συνταγή) η ανάγνωση μπορεί να γίνει σε έναν συνεχή και αδιάπτωτο ρυθμό. Βεβαίως ό,τι κερδίζει κανείς σε χρόνο, τον χάνει σε βάθος, αφού συνήθως τέτοια αναγνώσματα είναι ρηχά.
2.      Interrupted Pleasure: πρόκειται για τα κείμενα που έχουν ελεύθερο τον διάδρομο απογείωσης, με αποτέλεσμα να προκαλείσαι για γκαζωμένο διάβασμα. Επειδή όμως μέσα-σου συνειδητοποιείς ότι το βιβλίο έχει κρυφές χάρες και η απόλαυσή-του δεν στηρίζεται μόνο στην αεριωθούμενη γραφή-του, φρενάρεις σκόπιμα και το διαβάζεις ναι μεν με ταχύτητα αλλά σταματάς επίτηδες, το μηρυκάζεις και συνεχίζεις μετά από κάποιες ώρες σπινταριστός.  
3.      Steady Rhythm: το βιβλίο κυλάει αβίαστα και σε κρατά ζωντανό, αν και δεν επείγεσαι να το προχωρήσεις. Υπάρχει μια ισορροπία μεταξύ αυτού που διαβάζεις και αυτού που περιμένεις. Δεν νιώθεις ότι το κείμενο σε οδηγεί βιαστικά προς την έξοδο, αλλά ούτε ότι σε κρατάει εγκλωβισμένο, χωρίς να σε ξεναγεί σταδιακά από το ένα μέρος-του στο άλλο.
4.      Focused Reading: αργό διάβασμα που το νιώθεις ως ανάγκη, προκειμένου να καταλάβεις τη λεπτομέρεια, να χαρείς τη γραφή στα ποικίλα τσαλιμάκια-της, να νιώσεις τη γλώσσα που φιδοσέρνεται λαγγεμένη. Εδώ ίσως δεν ενδιαφέρει το σύνολο αλλά το μέρος, καθώς το κείμενο φέρνει στην ποίηση και ζητά την προσοχή στα επιμέρους. Χαμηλώνεις από το δάσος στο δέντρο και προχωράς από κορμό σε κορμό με την υπομονή που ταιριάζει σε μια τέτοια ανάγνωση.
5.      Sisyphean Golgotha: δεν βγαίνει με τίποτα. Διαβάζεις και νιώθεις ότι η ανάγνωση βαδίζει σημειωτόν, αισθάνεσαι σαν να κουβαλάς πέτρες σε μια ανηφόρα που δεν έχει τέλος. Είναι τα βιβλία που ναρκισσιστικά κρατάνε τον αναγνώστη ζευγμένο σε μια ανάγνωση-εφιάλτη, όπου, όσο και να θέλεις να επιταχύνεις, οι σελίδες έχουν τη δική-τους λογική που σε φρενάρουν αδυσώπητα.


Φαντάζομαι ότι υπάρχουν κι άλλοι ρυθμοί, κι άλλα αναγνώσματα που σε αφήνουν να τρέξεις στον αιφνιδιασμό ή που σε ακινητοποιούν σαν δαγκάνα της αστυνομίας.
Τελικά ο ρυθμός και η ταχύτητα λένε κάτι για την ποιότητα του βιβλίου που διαβάζεις; Μάλλον, όχι. Λένε όμως ίσως κάτι για την ποιότητα της ανάγνωσης, για όσα βιβλία πρέπει να διαβαστούν με άλλο τέμπο από αυτό που τελικά κανείς επιλέγει. Κι όταν το καταλάβει, οφείλει ως συνεπής με τον εαυτό-του αναγνώστης να προσαρμοστεί, για να μην αδικήσει με τη βιασύνη ή τη νωθρότητα το εκάστοτε βιβλίο.
Προσωπικά δεν αντέχω τα βιβλία που τρέχουν μόνα-τους. Δείχνουν εύκολη γραφή και λαϊκίστικη διάθεση απέναντι στον απαιτητικό αναγνώστη. Δείχνουν ότι τα ενδιαφέρει μόνο η ιστορία, γραμμένη σαν τηλεοπτικό φιλμ που δεν στέκεται στις λεπτομέρειες, για να μην ανακόψει την ορμή. Από την άλλη, δεν αντέχω τα βραδυπορούντα έργα, που κοιτάνε συνεχώς τον εαυτό-τους, αυτοθαυμάζονται σε μια μοντερνιστική εσωστρέφεια και αδυνατούν να επικοινωνήσουν ακόμα και με τον καλοπροαίρετο και επίμονο αναγνώστη.
[Ξεκινώντας από τη φωτογραφία κορυφής οι πηγές μου είναι: www.provincia.mediocampidano.it, lettreshg.wordpress.com, www.telegraph.co.uk, www.buechersammler.de, leanderwattig.de, kindlereader.blogspot.com]
Πατριάρχης Φώτιος