Thursday, June 07, 2012

“Σκοτεινές επιγραφές” του Αλέξη Πανσέληνου

Βραβείο Μυθιστορήματος του περιοδικού «Διαβάζω», που το ξεχώρισε από τα άλλα βιβλία τα οποία κυκλοφόρησαν μέσα στο 2011. Βαθύ ανάγνωσμα, αφού μπορεί να θεωρηθεί δυνατό όσο και δαιδαλώδες, πολυπρισματικό όσο και χαοτικό, πολύχρωμο όσο και αργόσυρτο. 


Φραπέ με σιρόπι βανίλια:
Αλέξης Πανσέληνος
“Σκοτεινές επιγραφές”
εκδόσεις Μεταίχμιο
2011 

            Ο Γιάννης έχει πρόσφατα χάσει τη γυναίκα-του. Στα εβδομήντα χρόνια-του η θλίψη του θανάτου αναταράσσει όλο-του το ‘είναι’ και αυτός ξανακοιτάζει το παρελθόν μαζί με δυο φίλους-του, των οποίων η ζωή έφτασε έως εκεί μέσα από λεωφόρους, δρόμους και σοκάκια, μέσα από ευθείες, πλατείες και τεθλασμένες πορείες. Σε δεύτερο επίπεδο προσπαθεί να καταλάβει τον τρόπο ζωής των νέων, να γνωρίσει τον παράξενο κόσμο-τους, να μάθει πώς λειτουργεί η (μεθ)επόμενη απ’ αυτόν γενιά. Έτσι, παρακολουθούμε επάλληλες γενιές να δι-αγκωνίζονται σε μια φροϋδικής κοπής προσπάθεια, υποσυνείδητη και απρόθετη, να επιβιώσουν στο πεδίο των ηλικιών, των νοοτροπιών, των τρόπων ζωής.
            Το βιβλίο στην ουσία δεν έχει ενιαία υπόθεση, αλλά απαρτίζεται από τις απειράριθμες ιστορίες σε ένα απλωμένο ψηφιδωτό, όπου αναγνωρίζονται βασικά μοτίβα και άξονες, αλλά συνάμα απλώνονται φυγόκεντρα τα πολυάριθμα πρόσωπα, οι σκηνές, τα χρονικά επίπεδα, οι διακλαδιζόμενες συναντήσεις αλλά και οι αντιθέσεις, οι αντιστίξεις, οι αντιπαραθέσεις, όχι τόσο προσώπου προς πρόσωπο, όσο τύπων, κατηγοριών ανθρώπων προς άλλες κατηγορίες. Συχνά χάνεσαι και θέλεις χάρτη για να ξαναθυμηθείς τα πρόσωπα, που σου συστήθηκαν προηγουμένως, συχνά μένεις απλός παρατηρητής σε σκηνές που δεν έχουν ίσως σημασία, συχνά απολαμβάνεις τα μικρά νησάκια του ταξιδιού και όχι τον προορισμό.
            Η απογοήτευση του κεντρικού πρωταγωνιστή αποδεικνύεται ότι αποτελεί και τη διάψευση τόσο σε προσωπικό επίπεδο, αίσθηση διάψευσης που πλήττει και τα υπόλοιπα πρόσωπα, όσο και σε κοινωνικό, αφού μια ολόκληρη γενιά, ίσως και η προηγούμενη όπως και οι επόμενες, βιώνει σαν άλλος Οιδίποδας που εξιχνιάζει τη ζωή-του τη ματαιότητα όσων προσπάθησε. Όλο το έργο στήνεται, πέρα από άλλες αντιθέσεις (λ.χ. σκοτεινές – επιγραφές, που είναι συνήθως φωτεινές) πάνω στο δίπτυχο απουσία – παρουσία: η χαμένη σύζυγος, οι απόντες φίλοι, οι άφαντοι έφηβοι που γράφουν γριφώδη γκράφιτι στον τοίχο, τα ανεκπλήρωτα όνειρα. Η παρουσία του πρωταγωνιστή θυμίζει συνεχώς τις απουσίες που τη γεμίζουν… Ο χρόνος φέρνει τη φθορά αλλά αποκαλύπτει κιόλας σε μια πανοραμική αναδρομική θέαση την πραγματικότητα, τη μικρή καθημερινότητα που, όταν τη ζεις, σου φαίνεται πιο απλή, αλλά, όταν την κοιτάξεις από απόσταση, παίρνει τις πραγματικές-της διαστάσεις.
            Για να πετύχει ο συγγραφέας αυτή την πολλαπλή διάψευση, φτιάχνει έναν αφηγηματικό λαβύρινθο που έχει πολλές εισόδους και πολλές εξόδους. Πολλά πρόσωπα που αναδρομικά δίνουν τη ζωή-τους αλλά πολλά άλλα που μένουν σκόπιμα ημιτελή, πολλές καταστάσεις που έρχονται από το παρελθόν αλλά και άλλες των οποίων δεν γνωρίζουμε το μέλλον. Το ένα νήμα αφήνεται και πιάνεται το άλλο, κι όταν προχωρά στο τρίτο, στο τέταρτο, στο πέμπτο… ανακαλύπτουμε ότι πρόκειται για κάποιο από τα προηγούμενα. Έτσι, βρίσκουμε συνέχεια το εργόχειρο να αρχίζεται και να συνεχίζεται από άλλο σημείο, το οποίο θα οδηγήσει ξανά πίσω στην αρχή. Η πολυπλοκότητα πολλαπλασιάζεται, αν δει κανείς την ποικιλία ύφους που απλώνεται από το απλώς αφηγηματικό έως το ποιητικό-λυρικό κι από το εξομολογητικό μέχρι το δοκιμιακό· ή αν δει μέσα στο ίδιο έργο την αστυνομική αναζήτηση, το υπαρξιακό κενό, το μυθιστόρημα ιδεών που ξανακοιτάζει τα τελευταία εβδομήντα χρόνια, το κοινωνικό μυθιστόρημα με τους πάμπολλους τύπους ανθρώπων να συναγελάζονται, μερικές φορές τυχαία μερικές σκόπιμα.
Φαίνεται ότι το «Διαβάζω» αρέσκεται να βραβεύει έργα με χιλιοπλόκαμη δομή, όπως πέρυσι τα «Σακιά» της Καρυστιάνη. Είναι η σύγχρονη αισθητική που οδηγεί σε τέτοιες συνθέσεις ή είναι η εποχή που αποτυπώνει τον εαυτό-της μόνο μέσα από κείμενα με πολλά πεδία και τρόπους αφήγησης και δράσης; Προφανώς το ένα αντικατοπτρίζει το άλλο.
Βλέπε για το νικητήριο βιβλίο στην κατηγορία «Νεοεμφανιζόμενος Πεζογράφος» την ανάρτησή-μου στις “Ιστορίες του Χαλ” του Γιώργου Μητά, όπου είχα προβλέψει τη βράβευσή-του.
Πατριάρχης Φώτιος

5 comments:

Pellegrina said...

Το εχεις τοσες μερες που νιωθω οτι κατι πρεπει να πω,αλλα δεν ξερω τι να πω:δεν το εχω διαβάσει.Τομονο που μπορώ να πω από το ξεφυλλισμα ειναι οτι μου αρεσει πολύ η γλώσσα του (απλή,αδρή,συγχρονη) και οτι ως προς αυτο βρισκω μια αλλαγή στο συγγραφεα σε σχεση με παλιοτερά του (που ε χ ω διαβάσει),με την εννοια οτι εκει ηταν πιο 'φορτωμένη" κάπως-παντα πολύ καλή. "παιζει" και να ειναι επιλογή βασει περιεχομένου,πολύ ευστοχο

Πάπισσα Ιωάννα said...

Σκεφτόμουν, αγαπητή-μου Pellegrina, ότι το καλύτερο βιβλίο της περσινής χρονιάς, τουλάχιστον σύμφωνα με το "Διαβάζω", δεν έχει διαβαστεί από τους βιβλιόφιλους ιστολόγους και τους επισκέπτες-τους. Τουλάχιστον τα 0 σχόλια, μετά από τόσες μέρες σκόπιμης άφεσης στις διαθέσεις του κόσμου, δείχνει ή ότι τα διαβάσματά-μας είναι προϊόν διαφήμισης ή ότι υπάρχουν καλά βιβλία που δεν κερδίζουν την προσοχή-μας ή ...δεν ξέρω κι εγώ τι.
Πατριάρχης Φώτιος

Pellegrina said...

εγω το ειχα στο προγραμμα να το διαβασω εδω και καιρο,αλλα μετα με πηρε το γραψιμο..

kineas said...

Δεν εχω διαβάσει ΑΠ και αυτό θα με ενδιέφερε να το διαβάσω.Μου κέντρισε το ενδιαφέρον ότι οι ήρωες είναι στην ας πούμε τρίτη ηλικία. Αν το προτείνεις θα ήθελα να μου πεις μια δύο αρετές του που θα παρότρυναν κάποιον να του αφιερώσει χρόνο

Πάπισσα Ιωάννα said...

ο αφηγηματικός λαβύρινθος δημιουργεί προσδοκίες, ο αναγνώστης ψάχνει να βρει πόρτες και διεξόδους, ο προβληματισμός είναι έμμεσος, τα θέματα που θίγει πολλά και φυγόκεντρα, οι μικρές ιστορίες αξίζουν μεμονονωμένα αλλά και η μεγάλη αφήγηση φαίνεται όταν το δεις ολοκληρωμένο...
Δες ένα σωρό κριτικές που γράφτηκαν
Τα σέβη-μου
Πατριάρχης Φώτιος