Friday, September 24, 2010

“Αστοχία υλικού” του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη

Υπάρχουν συγγραφείς που δεν ακούγονται, κι όμως παλεύουν τη γραφή με φιλότιμο. Υπάρχουν συγγραφείς που δεν κερδίζουν επαίνους και βραβεία, κι όμως κρατάνε τον λόγο των έργων-τους σε σταθερές χρηματιστηριακές αξίες, χωρίς το μεγάλο μπαμ αλλά και χωρίς τη μεγάλη κοιλιά.

Βιολογικός καφές με μεταλλαγμένο γάλα:
Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης
“Αστοχία υλικού”
εκδόσεις Μεταίχμιο
2010

       Το μυθιστόρημα αυτό, όπως και πολλά άλλα έργα, έχει πολλές πηγές άρδευσης (“Είναι πολλών πατέρων τα λόγια-μας” έγραφε ο Σεφέρης). Κι είμαι λίγο περήφανος, γιατί ο Παναγιώτης, διαδικτυακός φίλος εν λογοτεχνία, μου το εμπιστεύθηκε να το δω πριν γίνει βιβλίο, αφού πέρυσι το καλοκαίρι μού έστειλε σε δακτυλόγραφα το πόνημά-του, για να το διαβάσω ως μέσος αναγνώστης, και έπειτα ο συγγραφέας να σταθμίσει μέσω εμού –φαντάζομαι και μέσω άλλων- την πρόσληψη του κοινού. Τον ευχαριστώ που με εμπιστεύθηκε, χωρίς να με ξέρει, χωρίς να τον ξέρω, τον ευχαριστώ που εμπιστεύθηκε έναν βιβλιόφιλο πατριάρχη, έναν παντρεμένο γεωπόνο με δύο παιδιά, έναν νεαρό χάκερ…
      Φέτος ξαναδιάβασα το έργο, τυπωμένο και με όλες τις αλλαγές που εντωμεταξύ προωθήθηκαν, σε ελάχιστες από τις οποίες συνέβαλα κι εγώ. Η διαφορά στην εντύπωση ήταν μεγάλη γιατί: α) η ανάγνωση από δακτυλόγραφα είναι ψυχολογικά πιο ασθενής, ενώ η γοητεία του τυπωμένου έργου είναι μεγαλύτερη, β) η δεύτερη ανάγνωση κάνει τον άνθρωπο να αντιδρά πιο ευμενώς, να παραλείπει κατωφέρειες και να εστιάζει σε κορυφές και γ) χωρίς να θυμάμαι ακριβώς τι υπήρχε και τι άλλαξε, πιστεύω ότι ο Χατζημωυσιάδης δούλεψε στον ενδιάμεσο χρόνο και ισορρόπησε σημεία που προηγουμένως ήταν ανούσια ή δύσβατα (σημεία που δεν τα είχα καταλάβει τότε, ενώ τώρα τα βλέπω πιο ολοκληρωμένα).
      Συνεπώς, ενώ η περυσινή εντύπωση ήταν μέτρια, η φετινή είναι αισθητά καλύτερη. Ας δούμε, λοιπόν, καταρχάς την υπόθεση:
     Ο Θάνος εργάζεται σε μια εταιρεία μεταλλαγμένων προϊόντων ως διορθωτής μαζί με τη γυναίκα-του Ελπίδα, που είναι μεταφράστρια. Ο εσωτερικός κανονισμός όμως απαγορεύει τις μεταξύ των υπαλλήλων σχέσεις και γι’ αυτό έχουν κρατήσει μυστικό τον γάμο-τους. Ένα πρωί ο Θάνος κατευθύνεται προς την εταιρία με κενά μνήμης και αναρωτιέται πώς βρέθηκε με λασπωμένα πόδια, πού είναι η Ελπίδα, αφού απουσιάζει από το γραφείο, ποιος ο ρόλος-του μέσα στην εταιρία και πόσα λάθη-του μπορεί να του στερήσουν τη θέση-του. Όλα αυτά δίνονται από μια δευτεροπρόσωπη αφήγηση του πρωταγωνιστή προς τη γυναίκα-του…
      Η πρώτη γενική αίσθηση είναι ότι το μυθιστόρημά είναι μια συμπαγής δουλειά, καλοδουλεμένη, σφιχτή, με ολότητα τέτοια που να μην επιτρέπει επιμέρους παρατηρήσεις (πέρα από λίγες). Κανείς πρέπει να το αποδεχτεί ή να το απορρίψει ολόκληρο.
     Αυτό που και πέρυσι και φέτος με κάνει επιφυλακτικό είναι το κέντρο του έργου. Αδυνατώ δηλαδή να καταλάβω με σαφήνεια ποιο από τα πολλά μοτίβα είναι ο άξονας γύρω από το οποίο περιστρέφονται τα άλλα. Ποια είναι εντέλει η προθετικότητα του κειμένου; να δείξει πόσο η εξουσία φθείρει τους ανθρώπους; Μα το έχει πραγματευθεί ξανά στο «Παραμύθι του ύπνου». Να δείξει τους κινδύνους των γενετικά διαφοροποιημένων προϊόντων; Δεν νομίζω. Να μιλήσει για τις απάνθρωπες συνθήκες στις εταιρείες, οι οποίες θέτουν όρους δυσβάστακτους για το προσωπικό τους; Αυτό καταλαβαίνω, αν και το τέλος ήθελα να είναι πιο δυνατό.
      Ίσως περισσότερο απ’ όλα αυτά η συμβιβασμένη φύση του ανθρώπου που δουλεύει πειθήνια, στο τέλος κερδίζει οφίκια και εξουσία, αλλά στην ουσία έχει χάσει την προσωπική και οικογενειακή-του ευτυχία (Η Ελπίδα αυτοκτονεί επειδή δεν αντέχει άλλο την ατεκνία, την περιορισμένη ζωή στην εταιρία και έναν σύζυγο που δεν καταλαβαίνει τα προβλήματά-της).
      Νιώθω να κατάλαβα περισσότερα με τη δεύτερη ανάγνωση, έστω κι αν μικρά κενά όπως το πώς ένας φιλόλογος-διορθωτής γίνεται διευθυντής σε ένα Τμήμα Εταιρείας με γενετικά προϊόντα με ενοχλούν. Νιώθω να απόλαυσα περισσότερο το έντυπο βιβλίο, αν και η γραφή του Χατζημωυσιάδη είναι χαμηλότονη και απουσιάζουν οι έντονες κορυφώσεις, οι μεγάλες εκείνες τομές στην αφήγηση που θα αιφνιδιάσουν τον αναγνώστη (μερικές από αυτές κερδίζουν αμέσως το ενδιαφέρον, όπως και η αρχική περιέργεια για τα ερωτηματικά που βασανίζουν τον αφηγητή και μεταφέρονται ως κινητήριες εκκρεμότητες στον αναγνώστη). 
       Περίεργο πράγμα η ανάγνωση. Αλλάζει από φορά σε φορά, αλλάζει όσο ωριμάζουμε κι εμείς, αλλάζει όσο ωριμάζει ο συγγραφέας… Κανείς δεν μπαίνει στο ίδιο ποτάμι δυο φορές, έλεγε ο Ηράκλειτος, κι έτσι ανάλογα κανείς δεν μπαίνει και βγαίνει στο/από το ίδιο έργο δύο φορές αναλλοίωτος.
Πατριάρχης Φώτιος

2 comments:

Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης said...

Ρε συ, σε ευχαριστώ θερμά και δημοσίως. Να είσαι σίγουρος ότι το ίδιο ακριβώς θα έλεγα ακόμη και αν ήσουν απολύτως αρνητικός.

Πάπισσα Ιωάννα said...

Παναγιώτη,
εξέφρασα απλώς την αναγνωστική πορεία-μου πάνω στο βιβλίο-σου: από την επιφύλαξη (που στην είχα γράψει κιόλας) μέχρι την εκτίμηση του συνολικού τελικού αποτελέσματος.
Καλή συνέχεια
Πατριάρχης Φώτιος