Friday, July 25, 2008

Δ ι α κ ο π έ ς

Κλειστόν λόγω... διακοπώνΑρχίζει σήμερα η άδεια - κλείνει για λίγες εβδομάδες το Βιβλιοκαφέ. Μεταφερόμαστε στη ΦΟΛΕΓΑΝΔΡΟ για τα μπάνια μας (θα με δείτε σε καμιά παραλία να διαβάζω). Έπειτα στο χωριό πάνω στην ΠΙΝΔΟ μέχρι τις 17 Αυγούστου, οπότε γυρίζουμε στο χλωμόν ...άστυ.

Εύχομαι σε όλους καλές διακοπές και πολλά βιβλία που θα σας συντροφεύουν.


Πατριάρχης Φώτιος

Tuesday, July 22, 2008

Καφές ελληνικός: Λύο Καλοβυρνάς

Λύο Καλοβυρνάς
"Στα πρόθυρα γραμματικής κλίσης"
Εκδόσεις IntroBooks
2007



Ψάχνω να βρω έργα που να έχουν ως θέμα την ίδια τη γλώσσα. Απαριθμώ όπως παρελαύνουν στο μυαλό μου:
- Δ. Βυζάντιος, "Βαβυλωνία"
- Β. Αλεξάκης, "Η μητρική γλώσσα"
- Β. Αλεξάκης, "Οι ξένες λέξεις"
Δεν ξέρω αν είναι παράδοξο σε μια χώρα που ανδρώθηκε με τον γλωσσικό διχασμό να μην υπάρχουν έργα (λογοτεχνικά και όχι θεωρητικά όπως λ.χ. ο "Διάλογος" του Σολωμού) που να εστιάζουν στην ίδια τη γλώσσα.
Ο Καλοβυρνάς, μεταφραστής με γλωσσ(ολογικ)ές ανησυχίες, αναφέρεται στον γλωσσικό ρατσισμό που υφίστανται οι ξένες λέξεις. Η ιστορία του είναι πρωτότυπη, καθώς αφενός οι λέξεις υποστασιοποιούνται και μιλάνε στους ανθρώπους μέσω των μηχανημάτων και αφετέρου όσες από αυτές προέρχονται από την αλλοδαπή απεργούν σαν εργάτες που δεν πληρώνονται καλά. Έτσι, οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν σφοδρά προβλήματα έκφρασης, αφού παρά πολλές λέξεις, ακόμα και μερικές που δεν φαίνονται γιατί έχουν εξελληνιστεί, είναι ξενικής προέλευσης.
Το μυθιστόρημα παρακολουθεί τις ζωές δέκα ανθρώπων και αποδεικνύει ότι τα προβλήματα στις σχέσεις τους είναι συχνά προβλήματα έκφρασης, επικοινωνίας και εντέλει γλωσσικής επαφής. Λείπει από τη ζωή τους η γνησιότητα, η ειλικρίνεια, ο αυθορμητισμός, η άνεση να ανοιχτούν και να εκφράσουν τα ουσιαστικά τους θέλω· το αποτέλεσμα είναι, όταν συνειδητοποιήσουν την κατάστασή τους, να επιχειρήσουν να αποδεσμευτούν από τη στασιμότητα που τους εγκλωβίζει και να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους.
Δύο επιφυλάξεις: 1) η αυθυπαρξία των λέξεων εμφανίζεται σαν μια ρεαλιστική συνθήκη, ενώ από παντού ξεχειλίζει μια λανθάνουσα σατιρική διάθεση που δεν αφήνεται να ξεπηδήσει και 2) η ισότητα των λέξεων μπορεί να ισχυροποιεί τη σημασία και των ξένων λέξεων, οι οποίες πράγματι δεν αλλοιώνουν ούτε φθείρουν τη γλώσσα, αλλά αγνοεί την κοινωνιολεκτική τους αξία, αφού δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν πάντα στο ίδιο περιβάλλον με τη δόκιμη ελληνική (ούτε φυσικά και το αντίθετο).

Πατριάρχης Φώτιος

Saturday, July 19, 2008

Βυζαντινός καφές με φουσκάλες: Μαριάννα Κορομηλά

Μαριάννα Κορομηλά
“Η Μαρία των Μογγόλων”
εκδόσεις Πατάκη
2008


Πολυσυζητημένο βιβλίο και αν δεν κάνω λάθος για κάποιο καιρό στη λίστα των ευπώλητων. Κείμενο που χαιρετίστηκε με ευμενή σχόλια από ειδικούς και από το κοινό, κείμενο που χωρίς να είναι λογοτεχνία διαβάζεται άνετα, διαβάζεται με ρυθμό και με απόλαυση τέτοια που δεν βρίσκει κανείς εύκολα σε αμιγώς λογοτεχνικά κείμενα.
Τι είναι το έργο αυτό; Είναι αυτοβιογραφία μιας ιστορικού που εξηγεί τη ζωή και το έργο της; Είναι δοκίμιο περί ιστορίας γραμμένο με τους όρους της αφήγησης και της καθημερινής κουβέντας; Είναι βιογραφία της Μαρίας, κόρης Βυζαντινού αυτοκράτορα που θυσιάστηκε στη διπλωματική σκακιέρα, καθώς αναγκάστηκε να παντρευτεί τον Μογγόλο Χάν; Είναι όλα αυτά και τίποτα μεμονωμένο, καθώς η Κορομηλά καταφέρνει να συνδυάσει χωρίς να νοθεύσει τα παραπάνω είδη.
Ο αναγνώστης μαγεύεται από τα καθαρά ελληνικά της· από τον εύρυθμο λόγο της που είναι καίριος και σαφής, που εξηγεί χωρίς να φορτώνει, που αφηγείται χωρίς να φλυαρεί. Ο αναγνώστης μαγεύεται από την ιστορική έρευνα που ξεδιπλώνεται σαν περιπέτεια δράσης και θεωρίας, από τα βιβλία και τις πηγές στην επιτόπια εξέταση και ξανά πίσω στα κιτάπια. Ο αναγνώστης θέλγεται από τη γεωγραφία εδαφών που διατηρούν ακόμα την εξωτική αίγλη της Μέσης Ανατολής. Ο αναγνώστης ξαναβλέπει το Βυζάντιο και το πλησιάζει με θέρμη σαν μια εποχή που κρατάει την ανθρωπιά των απλών ανθρώπων δίπλα στις μηχανορραφίες των επισήμων. Ο αναγνώστης πηγαινοέρχεται από τη Μαρία των Μογγόλων στη Μαριάννα Κορομηλά κι από το παρόν στο παρελθόν.
Διαβάζω όσα έχουν γραφεί γι’ αυτό το αριστούργημα της γραφής και της αφήγησης. Κριτικοί, δημοσιογράφοι και ιστολόγοι έσκυψαν πάνω του με θαλπωρή, αγάπησαν την ιστορία μέσα από την αφήγηση, ακόμα κι αν βρήκαν κενά και ατέλειες. Ερανίζομαι λίγα και καλά:
- Δημήτρης Χουλιαράκης (Το Βήμα, 30.3.2008) [http://www.tovima.gr/print_article.php?e=B&f=15322&m=S03&aa=1]: η Κορομηλά μεταφέρει τον αναγνώστη στα καραβάνια της Μέσης Ανατολής, συνδέει τη ζωή της με τη Μαρία και παρουσιάζει τη θυσία της Μαρίας Παλαιολογίνας με τη μυθική Ιφιγένεια.
- Κατερίνα Σχινά (Ελευθεροτυπία, 18.4.2008)
[http://www.enet.gr/online/online_issues?pid=51&dt=18/04/2008&id=86234016,93993248,5513696,13416288 ]:
“Διαβάζοντας το συναρπαστικό βιβλίο της Μαριάννας Κορομηλά, έλεγα και ξανάλεγα στον εαυτό μου: να πώς πρέπει να γράφεται η Ιστορία. Σαν μια αναστοχασμένη αναπαράσταση, όπου το αναπαριστών υποκείμενο εμπλέκεται επί ίσοις όροις με τα ιστορικά πρόσωπα στην πολυπλόκαμη σκηνογραφία· σαν μια αφήγηση, μια κατασκευή, που φέρει, εμφανή, τα σημάδια της αρμολόγησής της και επιδεικνύει, γυμνά και αφτιασίδωτα, τα υλικά της.”
“Η «Μαρία των Μογγόλων» της Μαριάννας Κορομηλά είναι πολλά πράγματα μαζί: πρώτα μια ιδιότυπη αυτοβιογραφία, μια αναδρομή στα γιατί και τα πώς των εμμονών της, της αγάπης της για την ιστορία, τη γεωγραφία και την περιπλάνηση· ύστερα, ένας στοχασμός πάνω στο έργο του ιστορικού· τέλος, ένα όμορφο ιστορικό παραμύθι, η ιστορία της Μαρίας Κομνηνής Παλαιολογίνας Διπλοβατάτζινας,”
- Lifo [http://www.lifo.gr/content/x21/142.html?theme] (20.4.2008):
“Στο βιβλίο της, το πάθος της για τη μοσχαναθρεμμένη αρχοντοπούλα που δόθηκε πεσκέσι στους βαρβάρους φωτίζει ένα ακόμα ιστορικό έλλειμμα, τη συνήθεια των ανδρείων που γράφουν την ιστορία να αποσιωπούν, ως ανάξια λόγου, όσα έζησαν ή πρόσφεραν οι ανώνυμες, αθέατες και εξόριστες γυναίκες της Ιστορίας.”
- waxtablets/blogspot.com [http://waxtablets.blogspot.com/2008_04_01_archive.html] (29.4.2008):
Η Κορομηλά “απεικονίζει τις σκηνές από τη Βυζαντινή ιστορία σε ένα οικείο τοπίο του Πηλίου το οποίο καθιστά τοπίο μνήμης. Αυτό το κάνει συναρμόζοντας και φέρνοντας σε αντιστοιχία το χρόνο του βηματισμού της βγαίνοντας από το σπίτι αφ΄ ενός, και τον ιστορικό χρόνο με τον οποίο ρέουν τα γεγονότα αφ’ ετέρου.”
- Δημήτρης Αθηνάκης[http://athinakisdimitris.wordpress.com/2008/05/01] (1.5.2008):
“Η Κορομηλά, έχοντας ήδη δώσει δείγματα του λόγου της, του έντονου και πολλές φορές δογματικού της τρόπου απόδοσης γνώμης, παρουσιάζει εαυτόν ως ένα πρόσωπο που μάχεται καθημερινά με την αλήθεια του, που παλεύει, εκών άκων, με το πάθος, που τελικά δεν προσπαθεί να κατευνάσει, αλλά μάλλον να διατηρήσει άσβεστο και, ίσως, να προσπαθήσει να το κατατάξει στο απαθές παροντικό της περιβάλλον – ιστορικό, κοινωνικό ή άλλο.”
- Μάνος Κοντολέων [http://manoskontoleon2.blogspot.com/2008/05/blog-post_12.html] (12.5.2008):
“Στην ουσία επιχειρεί μια μείξη του παρελθόντος με το παρόν και αυτό το κάνει μέσα από ένα ιδιαιτέρως επιτυχημένο συγγραφικό εύρημα.Φέρνει στην επιφάνεια τόσο της ιστορικής έρευνας, όσο και της συναισθηματικής φόρτισης μια πριγκίπισσα του Βυζαντίου … Αφήγημα πλούσιο σε πληροφορίες, μεστό σε κριτικές επισημάνσεις, γραμμένο με την αμεσότητα μιας σχεδόν προφορικής ροής.Κι γι αυτό μπορεί να αγγίζει τον μέσο σημερινό αναγνώστη, που με έκπληξή του θα ‘πιάσει’ τον εαυτό του να αναζητά κι αυτός τα ίχνη της χαμένης πριγκίπισσας”
- Ελισάβετ Κοτζιά [http://www.ekathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_25/05/2008_270903] (25.5.2008):
“Με το που θα το ανοίξουμε, το αφήγημα της Μαριάννας Κορομηλά «Μαρία των Μογγόλων» … μας καθηλώνει. Διότι με εξαιρετική τέχνη και ζωντάνια η συγγραφέας κάνει να ξεπηδήσει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου της, η θυελλώδης προσωπικότητά της - μια συναρπαστική φυσιογνωμία που έχοντας συστηματικά γυρίσει τις πλάτες σε όλες τις εκπαιδευτικές συμβάσεις κατόρθωσε να μετουσιώσει τον πόθο για την απόκτηση γνώσεων σε μια παθιασμένη διά βίου ενασχόληση που της εξασφαλίζει ταυτόχρονα τα προς το ζην. Η αγάπη για την περιπλάνηση, η δίψα για την έρευνα, το πάθος για την αυτοψία, ο πόθος για τη διάνοιξη καινούργιων δρόμων, η περιφρόνηση για την άνεση, ο σεβασμός για το μικρό, το περιθωριακό και το ταπεινό, την οδήγησαν στο να διαμορφώσει έναν ολοκληρωμένο τρόπο ζωής - μια ιδιάζουσα μέθοδο μάθησης και μια ιδιαίτερη αίσθηση συνείδησης όπου ο πνευματικός και ο συναισθηματικός κόσμος εμπλουτίζονται όχι τόσο μέσα από τις τυπωμένες σελίδες, όσο μέσα από τη ζωντανή παρουσία του φυσικού χώρου, του ανθρώπινου παράγοντα και του ίχνους που αφήνει πίσω του στη διάρκεια του χρόνου.” Και κάποιες επιφυλάξεις: “στις πρώτες σελίδες, η συγγραφέας μάς είχε διαβεβαιώσει ότι σκόπευε να μείνει μακριά από «την κατασκευασμένη συνέχεια των εθνικών μας ιδεοληψιών». … Αναρωτιόμαστε επομένως: τι εννοεί όταν μιλά για τις «από χιλιετίες ελληνικές δραστηριότητες που έχουν μετατρέψει το άξενο σε εύξεινο» και για τους «Ελληνες από την εποχή του χαλκού μέχρι τον 20ό αιώνα»; Σε τι ακριβώς διαφέρει από τη ρητορική δημιουργία του βολικού εθνικού μας κουκουλιού μέσα στο οποίο καταφεύγουμε; Διότι υλικό για να το πλέξει υπάρχει άφθονο. Μερικές επιτυχημένες ραφές και ο τραυματικός χαρακτήρας των εθνικών μας αποτυχιών ως διά μαγείας μεταμορφώνεται στο παρηγορητικό σχήμα της διαχρονίας («οι Ελληνες από αρχαιοτάτων χρόνων») και στο εξίσου δραστικό ιδεολόγημα του ακατάβλητου δαιμονίου της φυλής («οι Ελληνες απανταχού της γης»).”
- anagnosi.blogspot.com
[http://anagnosi.blogspot.com/2008/06/blog-post.html] (12.6.2008):
“Όπως επισημαίνει και η ίδια, δεν επιδιώκει αλλά δεν έχει και τη δυνατότητα -ούτε ίσως την ικανότητα- ν’ αποδώσει μυθιστορηματικά τη ζωή της ηρωίδας της. Το βιβλίο αποτελεί μια περιήγηση στην ιστορία του 13ου αι., με ολοφάνερη την παρουσία της ερευνήτριας και της υποκειμενικότητάς της, με λεπτομέρειες ημερολογίου· ένας εσωτερικός μονόλογος σε ελαφρώς δημοσιογραφικό και αυτάρεσκο ύφος.” Και μερικές άλλες ενστάσεις: “η παρουσία της συγγραφέως είναι πολύ έντονη, κατά τη γνώμη μου παραπάνω απ’ όσο θα’ πρεπε. Οι συνεχείς αναφορές σε μνήμες της είναι κουραστικές και φλύαρες πολλές φορές. Δε διστάζει να παραθέτει όλες της τις σκέψεις, αλλά και δικές της προσωπικές στιγμές σε βαθμό που κουράζει. Απ’ την αρχή του βιβλίου μας δίνει να καταλάβουμε ότι ένα είδος πνευματικής συγγένειας την έφερε κοντά στη Μαρία των Μογγόλων. Κατά τη γνώμη μου δε διαφαίνεται αυτός ο βαθύτερος δεσμός, δε δικαιολογείται αυτή η ταύτιση”.

Πατριάρχης Φώτιος

Tuesday, July 15, 2008

Φραπουτσίνο: Ελληνικά εγκλήματα 2

“Ελληνικά εγκλήματα 2”
επιμ. Ανταίος Χρυσοστομίδης
εκδόσεις Καστανιώτης
2008


Δεύτερο βιβλίο της σειράς που επιμελείται ο Ανταίος Χρυσοστομίδης και αποτελείται από 13 αστυνομικά διηγήματα ισάριθμων συγγραφέων. Καταρχάς, δείτε τη σύνθεση των δύο τόμων [Ελληνικά Εγκλήματα Ι (2007) και Ελληνικά Εγκλήματα ΙΙ (2008)]:

Αγαπητός Παναγιώτης ΙΙ
Αποστολίδης Ανδρέας Ι ΙΙ
Γκάκας Σέργιος ΙΙ
Δανέλλη Τιτίνα Ι ΙΙ
Κακούρη Αθηνά Ι ΙΙ
Κατσουλάρης Κώστας ΙΙ
Κυριακόπουλος Κώστας Ι
Λύκαρης Ιερώνυμος ΙΙ
Μαμαλούκας Δημήτρης Ι
Μάρκαρης Πέτρος Ι ΙΙ
Μαρτινίδης Πέτρος Ι ΙΙ
Μιχαηλίδης Τεύκρος ΙΙ
Μιχαλοπούλου Αμάντα ΙΙ
Μπράμος Γιώργος Ι
Πιμπλής Μανώλης ΙΙ
Πολιτοπούλου Μαρλένα Ι
Φίλιππος Φιλίππου Ι ΙΙ

Ας περιδιαβούμε σε όσα κάτι έχουν να πούνε:
-Σέργιος Γκάκας: η ιστορία του δεν είναι αστυνομική, αφού δεν αναρωτιόμαστε ποιος διέπραξε την έκνομη πράξη.
-Τεύκρος Μιχαηλίδης: ο συγγραφέας κινείται στον προσφιλή του συνδυασμό λογοτεχνίας και μαθηματικών και με έξυπνο τρόπο αποκαλύπτεται ο ένοχος. Ο τελευταίος ωστόσο δεν συλλαμβάνεται και δεν τιμωρείται (κάτι που αποτελεί τάση και σε άλλα σύγχρονα αστυνομικά), ενώ η ανθρωπιστική διάσταση του τέλους κάνει τον αναγνώστη να ξαναδεί το έγκλημα με άλλο μάτι.
-Αθηνά Κακούρη: κλασική πένα γράφει ένα ψυχολογικό διήγημα με έξυπνο τέλος. Στην ίδια γραμμή με τον Μιχαηλίδη επισημαίνει την περίπτωση δικαιολόγησης της αυτοδικίας.
-Κώστας Κατσουλάρης: ξεφεύγει από τα παραδοσιακά πρότυπα, καθώς περιγράφει εν τη εξελίξει της μια αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας.
-Παναγιώτης Αγαπητός: αστυνομικό διήγημα σε ιστορικό πλαίσιο (Βυζάντιο) με παράλληλες αφηγήσεις και πάλι ατιμώρητος ο δράστης.
-Φίλιππος Φιλίππου: απογοητευτικό, καθώς αστυνομικό έργο δεν είναι αυτό που αφηγείται το έγκλημα, αλλά αυτό που αφηγείται την αποκάλυψη του εγκληματία.
-Ανδρέας Αποστολίδης: μεταμοντέρνο πάτσγουορκ με συνονθυλευματική παράθεση ονομάτων (πολλών από αυτά πραγματικών) σε μια προσπάθεια σάτιρας της ελληνικής κοινωνίας.

Φυσικά ανομοιογενές και γι’ αυτό δύσκολο να εκτιμηθεί συνολικά το έργο· κρατάμε δυο τρεις παρατηρήσεις:
α. η τιμωρία δεν είναι πάντα απαραίτητη, αλλά η εγκληματική πράξη είτε δικαιολογείται είτε παραμένει ανοικτό το τέλος.
β. υβριδισμός καθώς ο κορεσμός αναγκάζει τους συγγραφείς να ανοιχτούν σε άλλα είδη όπως το ψυχολογικό, το ιστορικό, το πολιτικό κ.ά.
γ. καλό αστυνομικό δεν σημαίνει απλώς γρίφος και εξιχνίαση, αλλά και αφηγηματική δυναμική με σύγχρονες προεκτάσεις σε κοινωνικοπολιτικούς προβληματισμούς για τη φύση της εγκληματικότητας και τις δυνάμεις που τη γεννούν και τη συντηρούν.

δ. στους 2 τόμους συμμετέχουν και συγγραφείς χωρίς παράδοση στο αστυνομικό. Τι σημαίνει αυτό; Ότι το είδος ανοίγει σε ποικίλες κατηγορίες συγγραφέων; Ή ότι είναι εύκολο και χωράει πολλούς;


Πατριάρχης Φώτιος

Friday, July 11, 2008

Ιστολέσχη ανάγνωσης ΙΙΙ. Αντρέα Καμιλέρι

Andrea Camilleri
La Scomparsa di Pató
Mondatori 2000


Αντρέα Καμιλέρι
Η εξαφάνιση του Πατό
εκδόσεις Καστανιώτη 2007
Είχα δηλώσει ότι, αν κανείς στείλει τη γνώμη του για το βιβλίο, θα τη δημοσιεύσω ως αφορμή για να ξεκινήσει η συζήτηση. Εντωμεταξύ είχα ετοιμάσει κι εγώ (σε περίπτωση που δεν υπήρχαν εθελοντές) μια πατριαρχική …εγκύκλιο. Επειδή ο θαμώνας του Βιβλιοκαφέ Μύρων Κατσούνας πήρε την πρωτοβουλία (τον ευχαριστώ θερμά γι’ αυτό) και έστειλε την αναφορά του, τη δημοσιεύω πρώτη και από κάτω παραθέτω τα ερωτήματα που μου προκάλεσε η ανάγνωση του βιβλίου.

Αν και διατηρώ ζωηρές επιφυλάξεις απέναντι στο προσωπικό μου λογοτεχνικό αισθητήριο, πιστεύω ότι «η εξαφάνιση του Πατό» είναι ένα βιβλίο που αξίζει να μπει κανείς στον κόπο να το διαβάσει, γιατί, κατά την ταπεινή μου γνώμη, κερδίζει τον αναγνώστη σε δύο σημεία:
(Α) αφηγηματική τεχνική: Από την αρχή του βιβλίου, ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα: μπορεί να υπάρξει αστυνομικό μυθιστόρημα, χωρίς την κλασική φόρμα της πρωτοπρόσωπης αφήγησης του ντετέκτιβ-πρωταγωνιστή; Ο Καμιλέρι δεν διστάζει να βάλει το στοίχημα και να το κερδίσει, απαντώντας καταφατικά στο ως άνω ερώτημα και γράφοντας ένα αστυνομικό μυθιστόρημα επινοημένων τεκμηρίων (δημοσιευμάτων του τύπου, υπηρεσιακών αναφορών, αλληλογραφίας μεταξύ δημόσιων αξιωματούχων). Επίσης, με τον τρόπο των τεκμηρίων, και το εύρημα του ανταγωνισμού μεταξύ Καραμπινιέρων και Αστυνομίας, κατορθώνει να πολλαπλασιάσει τους ήρωες.
Μια τέτοια τεχνική απαιτεί βέβαια την προσοχή του αναγνώστη, ο οποίος καλείται μόνος του να ανασυνθέσει στο μυαλό του την πλοκή. Αν κι έχω συναντήσει δυσκολίες με τέτοια μυθιστορήματα (π.χ. Ορθοκωστά), το συγκεκριμένο είναι εύληπτο και αυτή η εργασία που απαιτείται εκ μέρους του αναγνώστη δεν κουράζει.
(Β) γλώσσα: εδώ η γλωσσική ποικιλία προκύπτει από την αφηγηματική τεχνική του συγγραφέα: όσοι οι ήρωες γραφιάδες των επινοημένων τεκμηρίων, τόσα και τα διαφορετικά ύφη γραφής. Αλλιώς γράφουν οι υφιστάμενοι υπαξιωματικοί, οι οποίοι αγνοούν τη λατινική, αλλιώς οι προϊστάμενοι, επί το λογιώτερον οι δημόσιοι αξιωματούχοι, καυστικά τα δημοσιεύματα του επαρχιακού τύπου κ.ο.κ. Εδώ η γλώσσα είναι το μέσον με το οποίο ο Καμιλέρι ασκεί την ειρωνεία του επί της επαρχιακής γραφειοκρατίας. Και η ελληνική μετάφραση φροντίζει να αποδώσει τις πολλαπλές αφηγηματικές φωνές. Φροντισμένη και η έκδοση, με φωτογραφίες και διαφορετικά τυπογραφικά στοιχεία.
Επίσης:
-Το τέλος, παρά την κλασική λύση της αποκάλυψης του γρίφου, παραμένει αυθεντικά σικελικό και απολαυστικό!
- Το βιβλίο θα αρέσει σίγουρα στους νομικούς, που θα νιώσουν ότι ξεφυλλίζουν τις σελίδες μιας ευφάνταστης ποινικής δικογραφίας. Από παρόμοια στοιχεία καλείται ο νομικός να πλάσει την αφήγηση του δικογράφου του.
Υ.Γ.: Ο επαρκής αναγνώστης (που δεν είμαι) θα μας διαφωτίσει για το εάν υπάρχει προηγούμενο αστυνομικό αυτής της φόρμας, δηλ. αποκλειστικά δομημένο από τεκμήρια, ή εάν ο Καμιλέρι διεκδικεί την πρωτοτυπία.

Μύρων Κατσούνας
(διά την αντιγραφήν
Πατριάρχης Φώτιος
)


L’ ARALDO di MONTELUSA
Διευθυντής: Fotio Patriarcha
Σάββατο, 12 Ιουλίου 2008

Εντύπωση προκαλεί το αστυνομικό μυθιστόρημα του Αντρέα Καμιλέρι με τίτλο «Η εξαφάνιση του Πατό», που κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τον εκδοτικό οίκο Καστανιώτη σε μετάφραση Δήμητρας Δότση. Η καινοφανής και παιγνιώδης μορφή του, τα ποικίλα ντοκουμέντα από τα οποία αποτελείται, ο ασυνήθιστος για το είδος συνδυασμός πλοκής και χιούμορ αφήνει καλές εντυπώσεις στον αναγνώστη που δύσκολα αποφασίζει να το αφήσει από τα χέρια του.
Μένουν όμως ποικίλα ερωτήματα τα οποία είναι χρέος της έγκριτης εφημερίδας μας να θέσει, ώστε να απαντηθούν από τους αρμόδιους ή από όποιον φιλαναγνώστη επιθυμεί.
1. Τι εξυπηρετεί η μορφή παζλ, ψηφιδωτού, μωσαϊκού ή όπως αλλιώς θέλει κανείς να την ονομάσει; Βοηθάει τον αναγνώστη να γίνει κι αυτός ένας μικρός ντετέκτιβ που αναζητεί μαζί με τους ενδοκειμενικούς ήρωες τη λύση;
2. Ενισχύει το εγχείρημα η σατιρική και παρωδιακή μορφή του έργου; Με άλλα λόγια ο αναγνώστης χαίρεται εξίσου τη διερεύνηση της υπόθεσης και τη χιουμοριστική ένδυσή του;
3. Είναι αληθοφανές το τέλος; Ακόμη περισσότερο, ικανοποιεί η λύση τις προσδοκίες που έχουν δημιουργηθεί σταδιακά;
4. Προς τι η χρήση δύο αστυνομικών οι οποίοι, ενώ στην αρχή ανήκαν σε αντιμαχόμενες υπηρεσίες, αργότερα συνασπίζονται και επιχειρούν από κοινού;
5. Κρίθηκε σκόπιμο από τον συγγραφέα να οριστεί το συμβάν ως “εξαφάνιση”. Υποψιάζει για το τέλος; Αφήνει εσκεμμένα ποικίλες εκδοχές να πλανώνται;
6. Παρατηρείται ένα είδος φλυαρίας. Είναι πετυχημένο ώστε να παρελκύσει την προσοχή και να χάσει κανείς τα ίχνη μέσα στον κυκεώνα των πληροφοριών;
7. Απουσία κοινωνικού βάθους; Ο Καμιλέρι αδιαφόρησε για την τάση αυτή του σύγχρονου αστυνομικού μυθιστορήματος ή το προσπέρασε ρίχνοντας το βάρος στην ευχάριστη, αστεΐζουσα μορφή του;Δεν είναι συνηθισμένη μια τέτοια μορφή κι όλοι την κοιτάζουν με ενδιαφέρον. Δεν είναι συνηθισμένη και η απουσία του Μονταλμπάνο από τα έργα του Καμιλέρι. Το αποτέλεσμα εντέλει ικανοποιεί;

Tuesday, July 08, 2008

Ιστολέσχη ανάγνωσης ΙΙΙ: Καμιλέρι

Τρίτη Ιστολέσχη Ανάγνωσης



Η Εξαφάνιση του Πατό είναι ένα εύκολο βιβλίο με αστυνομική και σατιρική υφή. Ως την Παρασκευή 11 Ιουλίου το διαβάζουμε και συζητάμε γι' αυτό αλλά και γενικότερα για το σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα.
Προλαβαίνεις κι εσύ να το διαβάσεις, ακόμα κι αν ξεκινήσεις αύριο!!!
Όποιος θέλει, καλό είναι να μου στείλει τη γνώμη του με μέιλ ώστε να την αναρτήσω ως βάση συζήτησης το Σάββατο 12/7. Αλλιώς θα υποστείτε τη δική μου πατριαρχική ...εγκύκλιο!
Πατριάρχης Φώτιος

Saturday, July 05, 2008

Τουρκικός καφές: Δημήτρης Φερούσης

Δημήτρης Φερούσης
“Ο τελευταίος καδής της Αθήνας”
εκδόσεις Αρμός
2008


Στην ουσία πρόκειται για μυθιστορηματική βιογραφία του τελευταίου καδή, δηλαδή δικαστή των Αθηνών, πριν την απελευθέρωση από τους Τούρκους.
Ο ήχος της εποχής ταξιδευτικός όπως και όλη η αφήγηση που ξεκινά από την Αθήνα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, συνεχίζει στην Κων/πολη, έπειτα στα βάθη της Ανατολής (Βαγδάτη και Μεσοποταμία), επιστρέφει στη Μέκκα και ολοκληρώνεται πάλι στην Αθήνα. Μια ταξιδιωτική παράδοση αλά Σεβάχ που δεν μοιράζεται μαζί του τις απρόσμενες περιπέτειες αλλά τουλάχιστον τις εμπειρίες από πόλεις και πολιτισμούς εξωτικούς και παραδεισένιους, χώρες παραμυθένιες, ατμόσφαιρες μαγικές.
Και μέσα σ’ όλα αυτά βρίσκει την ευκαιρία ο Φερούσης να μεταδώσει απλές αλήθειες από το Ισλάμ που έχουν πέρα από ποιητικότητα και ανθρωπισμό, αγάπη, συμπόνια, σοφία… Εγώ ένας Ορθόδοξος Πατριάρχης μπορώ να ομολογήσω ότι και στο Ισλάμ υπάρχουν πανανθρώπινες αλήθειες άξιες λόγου και πράξης.
Το μεγάλο πρόβλημα, ωστόσο, του βιβλίου είναι η ουτοπική του διάσταση και ο εξιδανικευτικός του χαρακτήρας. Τα πάντα είναι αγγελικά, ο ήρωας δεν συναντά κακούς ανθρώπους, όλοι είναι αγαθοί, σοφοί, καλοπροαίρετοι, συμπονετικοί. Ακόμα και οι κακοί δεν προβάλλονται, δεν παίζουν ενεργό ρόλο μέσα στη δράση. Όλοι οι άνθρωποι της ζωής του είναι βαθιά φιλοσοφημένοι, είτε λόγω θυμοσοφίας είτε λόγω σπουδών, όλοι είναι ευεργετικοί και σκέπτονται με βάση τον Θεό και τον νόμο. Το αποτέλεσμα είναι να απουσιάζουν εντελώς οι εξωτερικές συγκρούσεις, να μην κορυφώνεται η ζωή του μέσα σε τραγικές στιγμές και διλήμματα. Ακόμα κι αυτά που αντιμετωπίζει προβάλλονται τόσο ανώδυνα και αθώα.
Ευχάριστο βιβλίο, ονειροπόλο, κατάλληλο για το καλοκαίρι.

Πατριάρχης Φώτιος

Thursday, July 03, 2008

Πρωινός καφές με βουτήματα: Αργύρης Παυλιώτης

Αργύρης Παυλιώτης
“Παράξενοι ελκυστές”
εκδόσεις Πατάκης
2008

Η παθολογία του αστυνομικού μυθιστορήματος
Τελική ευθεία για την 3η ιστολέσχη και είπα να προθερμανθούμε με ένα άλλο αστυνομικό μυθιστόρημα.
Πάει πια η εποχή που το αστυνομικό μυθιστόρημα ήταν ένας ευχάριστος γρίφος. Πάει ανεπιστρεπτί η εποχή οπότε η σύνθεση μιας ολοκληρωμένης πλοκής σήμανε και την επιτυχία του είδους. Πάει η εποχή που ο συγγραφέας έφτιαχνε ένα σταυρόλεξο για γερούς λύτες και εκεί τελείωνε η δουλειά του.
Ο Παυλιώτης κάτι ψυλιάζεται ως προς όλα αυτά και προσπαθεί να μπολιάσει το είδος με στοιχεία της Φυσικής που γνωρίζει καλά. Στήνει ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με ευπαρουσίαστη πλοκή. Και επειδή κάθε αστυνομικό, ακόμα και τα πιο μέτρια, έλκει την προσοχή και κρατάει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, κερδίζει εξ αρχής στα σημεία τις εντυπώσεις. Το επιπλέον θετικό του Παυλιώτη είναι ότι προσπαθεί να εξηγήσει τις πράξεις των προσώπων του βάσει ενός «ελκυστή», ενός όρου από τη Φυσική και τη θεωρία του χάους, που αναφέρεται στο βαθύτερο τραύμα το όποιο έχει στιγματίσει τον άνθρωπο και τον οδηγεί σε παράλογες ή εμμονικές συχνά πράξεις. Στο τέλος ο ένοχος γίνεται γνωστός, απομένει το πώς θα παγιδευτεί –πράγμα που έχει το ενδιαφέρον του- και τελικά δεν τιμωρείται παρά μόνο με τον καρκίνο που παρουσιάζεται ως θεία δίκη (Νέμεση).
Πού αποτυγχάνει παταγωδώς ο συγγραφέας; Στο ότι αγνοεί ότι καλό αστυνομικό πρέπει να σημαίνει και καλό λογοτέχνημα
.
1.οι “παράξενοι ελκυστές” είναι ένα αφήγημα φλύαρο και σε πολλά σημεία πλαδαρό.
2.αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη διάθεση του συγγραφέα να κάνει μαθήματα φυσικής, τα οποία δεν ενσωματώνονται ομαλά στη δράση αλλά γεμίζουν διδακτικούς διαλόγους, βαλτώνουν την εξέλιξη και όσο κι αν σχετίζονται με τα κίνητρα των δραστών μένουν φανταχτερά μετέωροι.
3.συνέχεια του προηγούμενου: ο Παυλιώτης προσπαθεί να εξηγήσει τον κόσμο βάσει της Φυσικής και πέφτει σε μια εκκωφαντική μονομέρεια, αφού:
α. ο ήρωας-“ντετέκτιβ” είναι δικηγόρος αλλά ουδεμία σχέση με τη νομική σκέψη έχει. Πιο πολύ σκέφτεται σαν θετικός επιστήμονας παρά ως νομικός. Το αποτέλεσμα είναι η ψευδαίσθηση ότι όλοι έχουν ή πρέπει να έχουν γνώσεις τέτοιου είδους.
β. η θεωρία των ελκυστών επιχειρεί να εξηγήσει κάτι που η ψυχανάλυση το έχει επισημάνει και μελετήσει πολύ καλύτερα τουλάχιστον 70 χρόνια τώρα: τα ψυχικά τραύματα, ειδικά της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, είναι τόσο ισχυρά που σφραγίζουν τη μετέπειτα εξέλιξη του ανθρώπου, οδηγώντας σε πράξεις που επιφανειακά δεν αιτιολογούνται. Ο Παυλιώτης μέσα στη μονομέρειά του αγνοεί τις ανθρωπιστικές επιστήμες που σε τέτοια θέματα είναι παρασάγγες μπροστά.
γ. έτσι, ο ορθολογισμός του έργου εγκλωβίζεται στη μονοδιάστατη λογική του και δεν μπορεί να ξεπεράσει το αίνιγμα, όσο κι αν προσπαθεί να ανιχνεύσει ψυχολογικές παραμέτρους
.
4. άστοχα στοιχεία διακειμενικότητας, καθώς εμφανίζονται αναλογίες με τον Ερωτόκριτο ή με αρχαίες τραγωδίες, στοιχεία τόσο ad hoc βαλμένα που με το ζόρι κολλάνε στο υπόλοιπο έργο.
5. στερεότυπος πρωταγωνιστής, που εμφανίζεται έξυπνος, φιλέρευνος, τυχερός και φυσικά μοιραίος αφού τουλάχιστον τέσσερις γυναίκες περιμένουν την αγκαλιά του, μια αφανής μάλιστα συμβολαιογράφος περιμένει το «ναι» για να τον παντρευτεί.
Το αστυνομικό μυθιστόρημα θα παραμείνει στο περιθώριο όσο η πλοκή είναι το παν, όλα τα υπόλοιπα στριμώχνονται μέσα του με το ζόρι και ο συγγραφέας του δεν αναζητεί κοινωνικά ερείσματα και -κυρίως- αισθητικά χαρακτηριστικά (ολοκληρωμένους χαρακτήρες, φυσικούς διαλόγους, καλογραμμένες περιγραφές, καλοδουλεμένες μεταβάσεις κ.ά.). Αντί να βελτιώνονται οι Έλληνες συγγραφείς αστυνομικών [το “Επικηρυγμένο πρόβλημα” (2006) του ίδιου πεζογράφου διατηρούσε ένα κάποιο επίπεδο, παρά τα επισημασμένα κενά του], βαυκαλίζονται στον επιδέξιο, όταν το καταφέρουν, χειρισμό της υπόθεσης.
Πατριάρχης Φώτιος